Πανό ΕΠΑΜ Αχαρνών - Καματερού

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

Οι μύθοι του ευρώ

του Μωυσή Λίτση

Η συζήτηση για την παραμονή ή όχι της χώρας μας στο ευρώ, έχει για τα καλά ανοίξει αν και δεν λείπουν ακόμη οι μανιχαϊστικές προσεγγίσεις στο ζήτημα ή η προβοκατόρικη διάθεση απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, που ως ενδεχόμενη νέα κυβέρνηση, θα βρεθεί είτε το θέλει, είτε όχι μπροστά στο δίλημμα.

Το θέμα άλλωστε της παραμονής ή όχι στο ευρώ έχει πάψει να είναι ταμπού και σχετική συζήτηση έχει αρχίσει ακόμη και στη Γαλλία. Προ ημερών ο Κύπριος οικονομολόγος νομπελίστας Χρήστος Πισσαρίδης, θερμός μέχρι προ τίνος οπαδός του ευρώ, ζήτησε την εγκατάλειψη του εγχειρήματος, προειδοποιώντας για μία χαμένη γενιά.

Αντί να αντιμετωπίζεται το ευρώ με όρους «παράδεισου-κόλασης» ας δούμε κατά τη γνώμη μου ορισμένους μύθους που συνόδευσαν τη δημιουργία του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος και την ελληνική ένταξη σε αυτό το 2001.

Μύθος Πρώτος: Παραμονές της εισόδου της χώρας μας στο ευρώ, ένα από τα κυριότερα επιχειρήματα για τα οφέλη που θα έφερνε η νέα εποχή, ήταν η… μείωση του δημόσιου χρέους. Ή σωστότερα η εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, του εξωτερικού δημόσιου χρέους, το οποίο μέχρι τότε ήταν κυρίως σε δολάρια και άλλα ξένα νομίσματα και επηρεαζόταν άμεσα από τις συνεχείς υποτιμήσεις της δραχμής. Χρειαζόντουσαν δηλαδή όλο και περισσότερες δραχμές για να αγοραστούν τα δολάρια για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους και με δεδομένη τη συνεχή διολίσθηση του εθνικού νομίσματος, η επιβάρυνση γινόταν όλο και μεγαλύτερη.

Αφού το χρέος θα γινόταν πλέον σε ευρώ, το οποίο γινόταν αυτόματα εθνικό μας νόμισμα, περιοριζόταν, έλεγαν, το βάρος εξυπηρέτησης του χρέους, το οποίο θα γινόταν πλέον ολόκληρο σε ευρώ: σε ένα σταθερό νόμισμα με το οποίο κλείδωνε πλέον η ισοτιμία της δραχμής, εξέλιξη που εγγυόταν πλέον τη νομισματική και κατ’ επέκταση οικονομική σταθερότητα.

Τι στην πραγματικότητα συνέβη; To δημόσιο χρέος δηλαδή τα ομόλογα που κατά καιρούς εξέδιδε το ελληνικό δημόσιο για τις χρηματοδοτικές του ανάγκες, βρισκόταν ήδη από το 1999-έτος δημιουργίας του ευρώ ως «εικονικού» αρχικά νομίσματος, πριν τεθούν σε κυκλοφορία τα νέα χαρτονομίσματα και κέρματα το 2002-σε ξένα χέρια.

Διαβάζουμε σε δελτίο του Investment Research & Analysis Journal του Απριλίου 1999. « Όσον αφορά στη διάρθρωση του συνολικού χρέους του Ελληνικού Δημοσίου, βάσει των τελευταίων διαθεσίμων στοιχείων της 31ης Μαρτίου 1999, το εσωτερικό χρέος ανερχόταν στο 77,8% και το εξωτερικό στο 22,2%. Το εσωτερικό χρέος συνίστατο σε ομόλογα(70,5%), έντοκα γραμμάτια(16,6%) και δάνεια της Τράπεζας της Ελλάδος(12,9%), ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο μέρος των ομολόγων ανήκει σε ξένους επενδυτές. Ο εξωτερικός δανεισμός έχει συναφθεί κατά 26,5% σε γιεν, κατά 25,4% σε δολάρια, κατά 19,5% σε μάρκα, κατά 16% σε ευρώ (σ.σ. το ευρώ λειτουργούσε ήδη ως νόμισμα, παράλληλα με την κυκλοφορία των εθνικών νομισμάτων), 4% σε ελβετικά φράγκα και σε διάφορα άλλα νομίσματα(8,3%). Η σύνθεση του συνολικού δανεισμού στο α’ τρίμηνο του 1999, αφορούσε κατά 85,7% εσωτερικό χρέος και κατά 14,3% εξωτερικό χρέος. Είναι φανερό ότι η πολιτική των οικονομικών αρχών έχει προσανατολιστεί προς τη επιμήκυνση της διάρκειας του εσωτερικού χρέους με την προγραμματιζόμενη π.χ. έκδοση των 20ετών ομολόγων. Το σκεπτικό αυτής της στάσης στηρίζεται στην προοπτική μείωσης των επιτοκίων-λόγω υιοθέτησης του ευρώ-με αποτέλεσμα να επιτευχθούν ευνοϊκότερες πληρωμές τόκων στο μέλλον».

Αντί λοιπόν η ένταξη στο ευρώ να διευκολύνει την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, «συσκότισε» την πραγματικότητα-γνωστά τα λογιστικά μαγειρέματα και τα παιχνίδια με swaps με ανάμειξη της Goldman Sachs- προκειμένου το πρόβλημα να μετατεθεί για μία δεκαετία αργότερα…

Η ένταξη στο ευρώ και η πρωτοφανής μείωση επιτοκίων που έφερνε, χρησιμοποιήθηκε μάλιστα ως άλλοθι, για ακόμη μεγαλύτερη υπερχρέωση της χώρας αλλά και των νοικοκυριών. Η Ελλάδα από «ψωροκώσταινα» γινόταν υποτίθεται «ισχυρή», εισερχόταν σε μία περίοδο «πρωτοφανούς σταθερότητας» και το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα εγγυότανε ότι η εποχή των δύσκολων και ακριβών δανείων έχει περάσει… Όλοι θυμόμαστε με τι ζήλο οι τράπεζες προσπαθούσαν να μας πείσουν να πάρουμε κάθε είδους δάνειο, με αιχμή του δόρατος τα στεγαστικά και την εκπλήρωση του ελληνικού ονείρου για σπίτι στα… βόρεια προάστια ή ένα διαμέρισμα.

Δεν θα υπήρχαν πλέον μεγάλες συναλλαγματικές διακυμάνσεις και «ρίσκα», όπως γινόταν επί δραχμής με τα περιβόητα «συμφέροντα» δάνεια σε γεν και αργότερα επί ευρώ σε ελβετικό φράγκο, ενώ οι όποιες μεταβολές στα επιτόκια, υποτίθεται θα ήταν πλέον πιο προβλέψιμες, αφού τη νομισματική πολιτική θα καθόριζε πλέον η «αξιόπιστη» ΕΚΤ σε αντίθεση με την υπό σφικτή… κυβερνητική κηδεμονία Τράπεζα της Ελλάδος.

Ενδεικτική του κλίματος της προ ευρώ εποχής, ήταν διαφήμιση τον Μάρτιο του 2001, την οποία αλίευσα σε οπισθόφυλλο αφιερώματος της εφημερίδας Ελευθεροτυπία , αναζητώντας στο αρχείο μου κάποιο παλιό δημοσίευμα. Πρόκειται για διαφήμιση της Εθνικής Τράπεζας, με τίτλο «ΕΥΦΟΡΙΑ» που μιλούσε για «Δάνειο Εύκολοι Φόροι». Δάνειο που χορηγούνταν σε ευρώ-η χώρα είχε ακόμη κάτι μήνες για να ενταχθεί πλήρως στο κοινό νόμισμα-απευθυνόταν σε φυσικά πρόσωπα, «με ιδιαίτερα χαμηλό και ανταγωνιστικό επιτόκιο, σταθερό ή κυμαινόμενο», με «μεγάλη διάρκεια αποπληρωμής». Το δάνειο αποσκοπούσε στην πληρωμή φυσικά των οφειλών στην εφορία ή Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης. «Και η εφορία γίνεται «ευφορία»», όπως χαρακτηριστικά έγραφε η διαφήμιση.
Το ελληνικό δημόσιο χρέος από 151,9 δισ. ευρώ το 2001(χρονιά ένταξης στο κοινό νόμισμα) έφθασε στα 355,7 δισ. ευρώ το 2011. Από 104,7% του ΑΕΠ έφθασε στο 170,6% του ΑΕΠ, βοηθούσης και της τρόικας που με το… λάθος πολλαπλασιαστή του ΔΝΤ, όχι μόνο δεν ελάφρυνε το ελληνικό χρέος, αλλά το αύξησε προς δόξαν της σωτηρίας του ευρώ(!).

Το δημόσιο χρέος υπερδιπλασιάστηκε δηλαδή σε λιγότερο από μία δεκαετία και μάλιστα σε περίοδο που το ΑΕΠ αναπτυσσόταν με 4% κατά μέσο όρο. Ανάπτυξη που όχι μόνο δεν προκαλούσε καμία ανησυχία στους σημερινούς κέρβερους της δημοσιονομικής ορθοδοξίας στην Ευρώπη, αλλά προβάλλονταν ως μία ακόμη απόδειξη των πλεονεκτημάτων του ευρώ, το οποίο κατάφερε να μεταμορφώσει την «φτωχή» μέχρι πρότινος Ελλάδα σε ισχυρή με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης οικονομία.

Ας περάσουμε στο δεύτερο μύθο. Το ευρώ αντικατέστησε τη δραχμή με βάση την κλειδωμένη ισοτιμία των 340,1 δραχμών ανά ευρώ. Πολλοί θυμόμαστε τους πρώτους μήνες της διπλής κυκλοφορίας, τότε που οι τιμές σε δραχμές π.χ. στη λαϊκή μεταφραζόταν σε ευρώ και χρειαζόντουσαν στρογγυλοποίηση, προς αποφυγή των πολύπλοκων υπολογισμών στις νέες δεκαδικές υποδιαιρέσεις (λεπτά) του ευρώ. Με άλλα λόγια το ευρώ από την πρώτη στιγμή, ιδίως μετά το τέλος του πρώτου τριμήνου της διπλής νομισματικής κυκλοφορίας, άρχισε να αποκτά δική του οντότητα. Να γίνεται ένα διαφορετικό νόμισμα, όχι μόνο όσον αφορά τις παραστάσεις των νέων κερμάτων και χαρτονομισμάτων που αντικαθιστούσαν τη δραχμή και τα άλλα εθνικά νομίσματα, αλλά νομισματική μονάδα αυτή καθεαυτή.

ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΤΟΣΤΑΡΙΚΟ ΣΤΟ...ΕΥΡΩ

Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα είναι το φιλοδώρημα που δίναμε πολλοί για το καθάρισμα των… τζαμιών του αυτοκινήτου μας, όπου το παλιό κατοστάρικο αντικαταστάθηκε από το κέρμα του ενός ευρώ, η αξία του οποίου ήταν τρεις φορές πάνω του κέρματος που συνήθως βρισκόταν εύκαιρο στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου για τέτοιες δουλειές…

Η δημιουργία του ευρώ προκάλεσε πληθωριστικές πιέσεις, ανατιμήσεις, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες. Αποτελούσε ένα από τα μείζονα θέματα συζήτησης τα πρώτα χρόνια, με ορισμένους να προτείνουν την έκδοση χαρτονομίσματος του ενός και των δύο ευρώ, η οποία υποτίθεται θα διευκόλυνε το να πέσουν οι τιμές…

Από τη νομισματική σταθερότητα, βρεθήκαμε μπροστά σε ανατιμήσεις που έπρεπε να αντιμετωπιστούν με… εσωτερική υποτίμηση και αποπληθωρισμό. Η υποτιθέμενη σήμερα πτώση τιμών λόγω έλλειψης ζήτησης, έχει εξελιχθεί σε… ανέκδοτο, αφού όσο και αν πέσουν οι τιμές, με σφαγή των εισοδημάτων (κατά μέσο όρο 40%), ανεργία στα ύψη(27%), ένα εκατομμύριο εργαζόμενους που πληρώνονται αν και όποτε…, και στόχο μέσο μισθό τα 300 ευρώ, η όποια μείωση δεν μπορεί να ανταποκριθεί ούτε καν στις βασικές ανάγκες του μέσου Έλληνα.

Είναι όμως το ευρώ κοινό νόμισμα; Το ερώτημα μοιάζει ρητορικό. Με το ίδιο ευρώ μπορείς να αγοράσεις προϊόντα και υπηρεσίες, στην Αθήνα, το Βερολίνο ή τη Μαδρίτη και μάλιστα χωρίς συναλλαγματικό κόστος-αν και οι συναλλαγματικές διαφορές αντικαταστάθηκαν από αλμυρές προμήθειες για όσους στέλνουν εμβάσματα σε ευρώ από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Η αγοραστική αξία βέβαια του κάθε ευρώ ανταποκρίνεται στις οικονομικές δυνατότητες που παρέχει κάθε χώρα μέλος.

Πέραν αυτού όμως τίποτα άλλο κοινό δεν έχει το ευρώ. Η υποτιθέμενη κοινή οικονομική και νομισματική πολιτική, είναι κοινή στα… λόγια, ενώ τα τελευταία χρόνια της κρίσης είναι πλέον όλο και περισσότερο σαφές πως κουμάντο στην ευρωζώνη κάνει η Γερμανία.

Μπορεί να θεωρείται κοινό ένα νόμισμα, όταν 17 οικονομίες παρουσιάζουν μεγάλη απόκλιση, την οποία μάλιστα οι ιθύνοντες της ευρωζώνης δεν θέλουν καν να μειώσουν; Όταν το κόστος δανεισμού αποκλίνει σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό από ότι την εποχή των εθνικών νομισμάτων; Η Γερμανία πληρώνει σήμερα μηδενικά σχεδόν επιτόκια, όταν οι χώρες του νότου έχουν αποκλειστεί από τις αγορές, μετά την αύξηση των επιτοκίων κοντά στο 8%. Μπορεί η ΕΚΤ να δανείζει με ίδιο ποσοστό και στα 17 κράτη μέλη-0,25% μετά την τελευταία μείωση- ωστόσο για την κάθε χώρα μέλος χωριστά το κόστος δανεισμού αυξάνεται, διευρύνοντας την απόσταση από τα θεωρούμενα ασφαλή γερμανικά ομόλογα(βλέπε αύξηση spreads). Για να μην αναφερθούμε στην αδυναμία αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων από χιλιάδες συμπολίτες μας, που έχουν μείνει άνεργοι ή έχουν δει το εισόδημά τους να πέφτει στο ναδίρ.

Το Βερολίνο ήταν ευθύς εξαρχής αντίθετο στην έκδοση κοινών ευρωομολόγων, στη λεγόμενη «αμοιβαιοποίηση» του χρέους και ακόμη περισσότερο στην ανάγκη μεταβίβασης πλεονασμάτων από το βορρά στο νότο. Από τη μια δηλαδή κοινό νόμισμα και από την άλλη ο σώζων εαυτόν σωθήτω, χωρίς καν τη δυνατότητα νομισματικής ευελιξίας που προσφέρει το εθνικό νόμισμα.

Έγραφε ο υποφαινόμενος σε αφιέρωμα της εφημερίδας Ελευθεροτυπία για τον ένα χρόνο του ευρώ (15/01/2000): « Όσον αφορά τις οικονομικές εξελίξεις, το ευρώ ήταν καταλύτης. Καταλύτης ωστόσο για την Ευρώπη των επιχειρήσεων, την Ευρώπη των τραπεζιτών, όχι την Ευρώπη των εργαζομένων, που περιθωριοποιείται όλο και πιο πολύ.

Τι νόημα έχει, αν αύριο τα 16 εκατ. άνεργοι της ΕΕ παίρνουν το επίδομά τους σε ευρώ και όχι σε τοπικό νόμισμα; Θα παραμείνουν στο περιθώριο των πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνική συνοχή της Ευρώπης.

Ναι, το ευρώ προκάλεσε συγχωνεύσεις-ρεκόρ στην Ευρώπη, αλλά και οικονομίες κλίμακας χωρίς αύριο για τις στρατιές των υποψηφίων απολυμένων ή «εθελοντών» που εγκαταλείπουν τη δουλειά τους.

Ναι, τα χρηματιστηριακά ταμπλό ανάβουν και δείχνουν πλέον τιμές σε ευρώ, κάνοντας ακόμη πιο άνετη την πρόσβαση του ξένου και ευρωπαϊκού κεφαλαίου, που μπορεί να αγοράζει μετοχές με την άνεση λαϊκής αγοράς.

Ναι, τα χρηματιστήρια στην Ευρώπη κάλπασαν και φέτος χάρη στον οργασμό συγχωνεύσεων, τις επιθετικές εξαγορές και την ολοένα μεγαλύτερη κυριαρχία των δυνάμεων της αγοράς.(…).

Ξεχάστε την Ευρώπη που ξέρατε, λένε οι τραπεζίτες, για να δείτε ισχυρό ευρώ. Αφήστε κατά μέρος την πολιτική, γίνεται απλοί «κυβερνήτες» πολιτειών, ξεχάστε την παράδοση, σοσιαλιστικές αξίες-που γλίτωσαν ωστόσο την Ευρώπη από την βαρβαρότητα, διατηρώντας την κοινωνική συνοχή της, όχι πάντοτε με επιτυχία.

Αφήστε ελεύθερες τις δυνάμεις της αγοράς, δείξτε μεγαλύτερη ευελιξία, αφήστε το ευρώ να πάει μπροστά για τις επιχειρήσεις, όχι όμως και για τους εργαζόμενους, που με τις μισθολογικές τους απαιτήσεις, την εμμονή τους στο κοινωνικό κράτος κ.λ.π., «αμαυρώνουν» την εικόνα του νέου νομίσματος στην αγορά.

Αν το ευρώ αντί να ενώσει τους πολίτες του, εντείνει τις κοινωνικές ανισότητες, μπορεί να έχει καταφέρει όντως να γίνει νόμισμα, με αντίκρισμα περισσότερα δολάρια ή γεν στην αγορά.

Δεν θα έχει ωστόσο πετύχει ποτέ το στόχο του. Τη δημιουργία μίας πραγματικά ενωμένης Ευρώπης, μίας πραγματικά συγκλίνουσας Ευρώπης, Βορρά και Νότου, Δύσης και Ανατολής, όχι μόνο σε απόλυτα οικονομικά μεγέθη αλλά επί της ουσίας».

ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Σήμερα όλοι μιλούν για ελαττωματική αρχιτεκτονική του ευρώ-νόμισμα που δημιουργήθηκε χωρίς ενιαία πολιτική εκπροσώπηση (κεντρική κυβέρνηση, ενιαίο προϋπολογισμό κλπ)-κάτι που δυστυχώς, μόνο νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι επεσήμαιναν τα χρόνια της ευρωευφορίας (βλέπε Φρίντμαν), γεγονός που τους κατέτασσε ειδικά στην Ελλάδα στο πάνθεον των αγγλοσαξονικών συνομωσιών για την υπονόμευση του ευρώ. Για μεγάλο μέρος ακόμη και αριστερών, η δημιουργία του ευρώ, ήταν ένα μέσο ι μείωσης του για χρόνια ατλαντικού προσανατολισμού της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που θα έβρισκε ευνοϊκότερο πεδίο δράσης στο ανερχόμενο ευρωπαϊκό εγχείρημα και την υποτίθεται λιγότερο «επιθετική» εξωτερική πολιτική της ΕΕ.

Οι ίδιοι αριστεροί γοητεύονται σήμερα από το Ομπάμα και θεωρούν απλά ότι αν η ευρωζώνη ακολουθούσε το παράδειγμα του Αμερικανού προέδρου-έκοβε δηλαδή χρήμα αγοράζοντας ομόλογα έναντι πολλών εκατομμυρίων ευρώ-και προχωρούσε προς μία περισσότερο «ομοσπονδιακή» λογική, τα πράγματα θα ήταν ίσως καλύτερα.

Η πιο ευέλικτη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ, δεν έχει βέβαια ουδόλως μετριάσει τα «δημοσιονομικά» προβλήματα των επί μέρους πολιτειών, που προσχωρούν επίσης σε ανάλογες πολιτικές λιτότητας με τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης, σπρώχνοντας στο περιθώριο ακόμη μεγαλύτερο μέρος του αμερικανικού πληθυσμού.

Η κρίση του ευρώ δεν έχει να κάνει απλά με τις «ατέλειες» της αρχιτεκτονικής του, αλλά είναι μία ακόμη έκφραση της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, όπως αυτή εκδηλώθηκε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008, με επίκεντρο το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Η υποτιθέμενη συναλλαγματική σταθερότητα που θα έφερνε το ευρώ, είναι ένας ακόμη βολικός μύθος. Η αρχιτεκτονική του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος προσφέρεται από μόνη της για κερδοσκοπικά παιχνίδια διαρκείας στη διεθνή χρηματαγορά.

Τη δεκαετία του ’90 ήταν ο ευρωπαϊκός μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών, η σχέση των ευρωπαϊκών νομισμάτων με το ισχυρό μάρκο, τα σενάρια περί ΟΝΕ και ένταξης σε αυτήν χωρών με «κακό» παρελθόν όπως η Ελλάδα και η Ιταλία. Η υποτίμηση της στερλίνας και η έξοδος της από τον μηχανισμό το 1992, έκανε διάσημο τον Τζορτζ Σόρος, όλη η δεκαετία ωστόσο χαρακτηρίστηκε από ανάλογα «στοιχήματα».

Το ευρώ προσφέρεται από τη φύση του για μεγαλύτερα κερδοσκοπικά παιχνίδια από ότι το δολάριο, η ισοτιμία του οποίου επηρεάζεται από τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στις ΗΠΑ. Πριν το ευρώ, έπαιζε για χρόνια αν, πότε και πως θα ενταχθούν οι υποψήφιες χώρες. Μετά ήταν αν το ευρώ θα καταφέρει να τα βγάλει πέρα, με τις αγορές να αναλώνονται στις επικοινωνιακές ικανότητες του πρώτου προέδρου της ΕΚΤ Βιμ Ντουίζενμπεργκ, συγκρίνοντάς τον με τις «αρετές» του τότε προέδρου της Fed Άλαν Γκρίνσπαν. Ύστερα αν θα γίνει ομαλά η μετάβαση από τα εθνικά νομίσματα στο ευρώ που θα κυκλοφορούσε πλέον στις τσέπες εκατομμυρίων καταναλωτών, αργότερα το κατά πόσο θα επηρεαζόταν η ευρωζώνη από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση και τέλος ήλθε το σενάριο του Grexit, της πιθανότητας ελληνικής εξόδου από το ευρώ, διάλυσης του εγχειρήματος ή μετάλλαξής του, εξάπλωση της κρίσης χρέους κ.λ.π.

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΕΜΟΥ

Τελευταίο επιχείρημα των «ευρωλάγνων». Ναι η Ελλάδα ίσως δεν έπρεπε να ενταχθεί στο ευρώ, αλλά η πιθανότητα εξόδου της από αυτό θα είναι ακόμη μεγαλύτερη. Οι καταθέσεις θα «κουρευτούν» λόγω υποτίμησης της νέας δραχμής. «Δεν θα έχουμε λεφτά για πετρέλαιο και φάρμακα», έλεγαν προεκλογικά αυτοί που προσπαθούσαν να τρομοκρατήσουν τον κόσμο με την πιθανότητα να υπάρξει στροφή προς τα αριστερά στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό.

Όσον αφορά τις καταθέσεις-όσοι ακόμη καταφέρνουν να έχουν πέντε δεκάρες στην άκρη-μειώνονται ραγδαία για να τα βγάλει ο κόσμος πέρα. Το «κούρεμα» άνω των 100.000 ευρώ, γίνεται πλέον επίσημη πολιτική της ΕΕ για τη διάσωση τραπεζών, ενώ ήδη δεν έχουμε πετρέλαιο να ζεσταθούμε οι περισσότεροι λόγω οικονομικής αδυναμίας. Όσο για τα φάρμακα, γνωστή η τραγική κατάσταση των νοσοκομείων που επιπλέον κλείνουν…

Η χώρα μας και η κοινωνία ζουν σε συνθήκες… πολέμου. Η εσωτερική υποτίμηση της τάξης του 40% αποδεικνύεται περισσότερο καταστροφική από την όποια ενδεχόμενη υποτίμηση έφερνε η έξοδος από το ευρώ.

H έξοδος από το ευρώ από μόνη της δεν μπορεί βέβαια να αποτελέσει λύση… διαρκείας, ούτε το εθνικό νόμισμα μπορεί από μόνο του να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις ενός παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο δεν πρόκειται να αλλάξει άμεσα… Στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία-κοινωνία, με τη μεγαλύτερη μείωση ΑΕΠ σε συνθήκες ειρήνης, χρειάζονται έκτακτα μέτρα για την ανόρθωσή της.

Για να μειωθεί η ανεργία ας πούμε στο μισό σε μία τετραετία, ένας φιλόδοξος στόχος μιας μελλοντικής αριστερής κυβέρνησης, δεν αρκούν παζάρια με τη Μέρκελ, ΕΣΠΑ και αμφίσημη στάση απέναντι στο ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ, αλλά ένα πρόγραμμα που θα ξέφευγε από τη συνηθισμένη προσέγγιση για τη σχέση ανάπτυξη-επενδύσεις, που θα έθετε άμεσα νέες προτεραιότητες και που θα κινητοποιούσε αμέσως δημόσια κεφάλαια (αφού οι ιδιώτες προτιμούν το ρόλο του ραντιέρη) για την ανάπτυξη υποδομών κλπ, που θα εξασφάλιζαν εν δυνάμει μαζικά θέσεις εργασίας.

Mε άλλα λόγια χρειάζεται ένα πρόγραμμα σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, το οποίο για να γίνει πιστευτό, για να αγκαλιάσει όλο και περισσότερο κόσμο, πρέπει να έχουμε κατά νου πολλούς από τους μύθους με τους οποίους «μεγαλώσαμε» τη δεκαετία του ’90. «Το νόμισμα δεν είναι φετίχ» είχε πει προεκλογικά ο Τσίπρας, πολύ δε περισσότερο όταν τα λόγια που συνόδεψαν τη δημιουργία του ευρώ, αποδεικνύονται σήμερα κούφια.

από το «iskra.gr» μέσω ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ - Ε.ΠΑ.Μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

UA-49932466-1